Σε φορτισμένο συναισθηματικά κλίμα απολογήθηκαν τρεις ακόμα κατηγορούμενοι, στελέχη της πυροσβεστικής, σε θέσεις – κλειδιά τις κρίσιμες ώρες της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι, ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου της Αθήνας.
Ο τότε επικεφαλής της Διοίκησης Πυροσβεστικών υπηρεσιών Αθηνών Νικόλαος Παναγιωτόπουλος εξήγησε γιατί δε ζητήθηκε οργανωμένη απομάκρυνση των κατοίκων στο Μάτι εκείνη την ημέρα.
«Αν πρέπει να ζητήσω οργανωμένη απομάκρυνση και εκτιμώ πως η προσπάθεια να βγάλουμε τον κόσμο θα ήταν εφιαλτική, δεν θα το κάνω. Με συγχωρείτε ,αλλά δεν θα το κάνω.Ακούσαμε εδώ για τα λίγα λεπτά που απείχε η θάλασσα και άλλα περίεργα, εκ του ασφαλούς. Στην συγκεκριμένη πυρκαγιά η θάλασσα δεν ήταν ασφαλής χώρος. Εννέα άτομα πνίγηκαν. Μία ήταν η οδός διαφυγής, η λεωφόρος Μαραθώνος κι αυτή θα έπρεπε να μείνει ασφαλής. Από τις έξι το απόγευμα δεν ήταν ασφαλής. Δύο αυτοκίνητα μπήκαν και κάηκαν και τα δύο», είπε ο απολογούμενος στο δικαστήριο.
Ταυτόχρονα, παραδέχθηκε ότι γύρω στις έξι το απόγευμα προσπάθησε να επικοινωνήσει με τον υπαρχηγό της Πυροσβεστικής Βασίλη Ματθαιόπουλο για να του πει ότι είχαν πληροφορία για δύο νεκρούς. Όμως επειδή δεν τον βρήκε, ενημέρωσε άλλο αξιωματικό,ο οποίος πλέον έχει αποβιώσει.
Από την πλευρά του, συναισθηματικά φορτισμένος, ο τότε διοικητής του Πυροσβεστικού Σταθμού της Νέας Μάκρης, Δαμιανός Παπαδόπουλος, αναφέρθηκε στις προσπάθειες που έκανε με τα ανύπαρκτα μέσα που είχε για να σώσει ανθρώπους και ότι συνάντησε και εγκλωβισμένους και καμένους.
«Όι άνθρωποι όπου έβλεπαν καρότσα ανέβαιναν.Ψάχναμε στους θάμνους στις εννέα το βράδυ. Και κάποια στιγμή συνάντησα έναν κάτοικο της περιοχής ο οποίος λέει “ρε, πυροσβέστη ένα ασθενοφόρο”. Που μένετε τον ρώτησα; Μου είπε δεν θα πάμε στο σπίτι μου γιατί η γυναίκα μου είναι καμένη.Να με πας σε ασθενοφόρο. Έφτασα στο ασθενοφόρο.Και είδα έναν σάκο… Με έναν νεκρό. Ο οδηγός μου είπε ότι το πρωτόκολλο δεν επιτρέπει μεταφορά νεκρού με ζωντανό.Του λέω ποιο πρωτόκολλο εδώ γίνεται Ιράν-Ιράκ.Και του λέω θα μπείτε μέσα ,υπάρχει ένας νεκρός…Και μου είπε εγώ θα μπω στο νοσοκομείο θέλω να πάω», περιέγραψε ο κατηγορούμενος για εκείνη την δραματική ημέρα.
Στη συνέχεια, ξεσπώντας σε κλάματα, εξήγησε στο δικαστήριο, «δε φοβήθηκα όταν ήμουν καπετάνιος, πριν μπω στην Πυροσβεστική ,στον Περσικό στον πόλεμο Ιράν- Ιράκ. Στο Μάτι όμως φοβήθηκα γιατί είμασταν εμείς και εμείς. Ζητούσαμε συνεχώς πυροσβεστικά και τα είχαν στείλει όλα στο Νταού».
Ο κατηγορούμενος συμπλήρωσε: «Με συγχωρείτε.Είμαι σε σύγχυση.Είναι πρώτη φορά που είμαι σε δικαστήριο κατηγορούμενος. Αυτό που συνέβη στο Μάτι – συνέχισε κλαίγοντας- είναι φοβερό,τόσοι άνθρωποι.. Είναι πολύτιμοι οι άνθρωποι,δεν είναι εμπορεύματα.. Χάθηκαν τόσοι άνθρωποι εκεί. Είναι φοβερό. Συγχωρέστε με.»
Στην έλλειψη δυνάμεων, επίγειων και εναέριων, αναφέρθηκε με τη σειρά του και ο διοικητής της Πυροσβεστικής Ανατολικής Αττικής, Χαράλαμπος Χιώνης.
«Υπήρχε έλλειψη επίγειων και εναέριων δυνάμεων που είχαν διατεθεί από νωρίς στη φωτιά της Κινέτας. Δυστυχώς η Πολιτεία λόγω της οικονομικής κρίσης δεν διέθετε αλλά οχήματα για την εξυπηρέτηση μας. Με δική μας ευθύνη και σύμφωνη γνώμη των πληρωμάτων καθιστούσαμε επιχειρησιακά οχήματα που θα έπρεπε να ήταν ακινητοποιημένα.
Οι βλάβες ήταν συνεχείς. Μόνο αν αν ακούσετε τις συνομιλίες μας θα καταλαβαίνατε γιατί πράγμα μιλάμε.Όχι μόνο δεν αξιοποιήσαμε τις δυνάμεις ,όπως είναι η κατηγορία,αλλά αντίθετα μιλάμε για ένδεια δυνάμεων» τόνισε ο κ. Χιώνης.
Και κατέληξε: «Εκφράζω τη βαθιά μου θλίψη στους συγγενείς των θυμάτων ,αλλά η κατάσταση ήταν μη διαχειρίσιμη , που μας ξεπερνούσε.Εμείς κάναμε ο,τι μπορούσαμε.Λυπάμαι που δεν μπορούσαμε να κάνουμε κάτι ακόμα παραπάνω».
To άρθρο «Δεν φοβήθηκα στον πόλεμο, στο Μάτι φοβήθηκα» – Συναισθηματικά φορτισμένο το κλίμα στη δίκη δημοσιεύτηκε στο NewsIT .